5/9/09

ΕΡΩΣ ΚΑΙ ΨΥΧΗ



Mια φορά κι έναν καιρό η κόρη ενός βασιλιά, η Ψυχή ήταν τόσο όμορφη, ώστε οι άνθρωποι άρχισαν να τη θαυμάζουν και να τη λατρεύουν, λησμονώντας ακόμη και την Αφροδίτη.

Η θεά ζήτησε από το γιο της, τον Έρωτα, να τιμωρήσει αυτήν τη θνητή, κάνοντάς την να ερωτευτεί τον πιο αποκρουστικό άντρα του κόσμου. Ο Έρωτας πήρε μαζί τα θανάσιμα βέλη του και δύο κεχριμπαρένια δοχεία – το ένα με το πικρό νερό της λύπης και το άλλο με το γλυκό νερό της χαράς. Η Ψυχή κοιμόταν κι εκείνος έσταξε στα χείλη της μερικές σταγόνες πικρό νερό – όμως, η ομορφιά της άρχισε να τον αιχμαλωτίζει. Ίσα που την άγγιξε με το βέλος του κι εκείνη ξύπνησε• δεν μπορούσε να τον δει, όμως εκείνος είδε τα μάτια της και μαγεμένος από εκείνο το βλέμμα έστρεψε κατά λάθος το ίδιο του το βέλος στον εαυτό του. Πέφτοντας θύμα της δύναμής του, ο Έρωτας ράντισε με το γλυκό νερό τα μαλλιά της Ψυχής, θέλοντας να επανορθώσει το κακό που της είχε κάνει.
Περνούσε ο καιρός, και η Ψυχή εξακολουθούσε να προκαλεί θαυμασμό και λατρεία. Όμως, κανείς δεν την ερωτεύτηκε, κανείς δεν ζήτησε να την παντρευτεί. Απελπισμένοι οι γονείς της πήγανε στο Μαντείο των Δελφών• και ο Απόλλωνας, βαλτός από τον Έρωτα, έδωσε τον τρομερό χρησμό του: «η Ψυχή δεν προορίζεται για γυναίκα κανενός θνητού• ο άντρας της ζει σ’ ένα ψηλό βουνό. Είναι ένα αποκρουστικό τέρας, που κανείς, ούτε θνητός ούτε αθάνατος, δεν μπορεί να του αντισταθεί».
Ποιος θα μπορούσε να αγνοήσει τα λόγια του θεού; Μέσα σε ατμόσφαιρα πένθιμη, ο λαός συνόδεψε με θρήνους τη νύφη στην κορυφή του βουνού και την άφησε εκεί μόνη της. Ενώ εκείνη περίμενε κλαίγοντας , ο Ζέφυρος τη σήκωσε απαλά από τη γη και την πήγε σε μια ανθισμένη κοιλάδα. Η κόρη είδε μπροστά της ένα λαμπρό παλάτι. Γοητευμένη, ακούει μια φωνή να της λέει πως αυτό θα ήταν το σπίτι της από δω και πέρα.
Αργά τη νύχτα, έφτασε και ο κύριος του παλατιού• η Ψυχή δεν μπορούσε να τον δει. Έγειρε δίπλα της κι άρχισε να της μιλάει τρυφερά κι εκείνη δεν φοβόταν πια. Ήξερε πως ο άντρας της ήταν εκείνος που χρόνια περίμενε και ονειρευόταν. Κι ας ήταν τέρας.
Πέρασε καιρός και η Ψυχή άρχισε να νιώθει νοσταλγία για τους δικούς της. Ζήτησε από τον άντρα της να της επιτρέψει να δεχτεί τις δυο της αδελφές για να τους δείξει πόσο ευτυχισμένη ήταν. Εκείνος απλά την προειδοποίησε για τον κίνδυνο που έκρυβε κάτι τέτοιο. Αλλά δεν μπόρεσε ν’ αντισταθεί πολύ στα δάκρυα της και υπέκυψε. Την έβαλε να του υποσχεθεί πως, ό,τι κι αν γινόταν, δεν θα επιχειρούσε ποτέ να τον δει. Έτσι, ο Ζέφυρος έφερε στο παλάτι τις δύο αδελφές της Ψυχής. Η χαρά για την ευτυχία της δεν άργησε να μετατραπεί σε ζήλια• κι όταν έμαθαν ότι δεν είχε δει ποτέ τον άντρα της, βρήκαν τον τρόπο να καταστρέψουν αυτήν την ευτυχία. Της θύμισαν τον χρησμό και την έπεισαν ότι το αποκρουστικό τέρας δεν θ’ αργούσε να την σκοτώσει: «Σκότωσέ τον πρώτη εσύ• πάρε αυτό το μαχαίρι κι όταν κοιμηθεί κάρφωσέ το στην καρδιά του».
Έφυγαν. Εκείνη πάλευε με τους φόβους της και με την αίσθηση ότι δεν μπορεί να ήταν αληθινά τα λόγια τους. Ξεχνώντας τις προειδοποιήσεις του και τις υποσχέσεις της, περίμενε ν’ αποκοιμηθεί. Ύστερα πήρε ένα λυχνάρι και το μαχαίρι και έσκυψε από πάνω του, αποφασισμένη να τον σκοτώσει. Αντί όμως για το αποκρουστικό τέρας είδε τον ομορφότερο από τους θεούς. Το μαχαίρι της έπεσε από τα χέρια και μια σταγόνα καυτό λάδι από το λυχνάρι πέφτει πάνω στο θεό και τον ξυπνάει και χωρίς να πει λέξη πέταξε έξω από το παράθυρο. Φεύγοντας της λέει «Έτσι λοιπόν ανταποδίδεις την αγάπη μου; Η μοναδική σου τιμωρία είναι ότι ποτέ πια δεν θα με ξαναδείς: η αγάπη δεν μπορεί να ζήσει με την καχυποψία». Κι έφυγε.
Τα παρακάλια και το κλάμα της Ψυχής δεν τον λύγισαν. Το παλάτι και η ανθισμένη κοιλάδα εξαφανίστηκαν και η Ψυχή απόμεινε μόνη της σ’ έναν έρημο τόπο.
Τον είχε προδώσει. Τα είχε χάσει όλα. Μία ζωή χωρίς τον Έρωτα όμως δεν μπορούσε να ζήσει. Γύρισε όλον τον κόσμο αναζητώντας τον. Μέρες και νύχτες περπατούσε , το σώμα της γέμισε πληγές• αλλά δεν την ένοιαζε. Ήθελε μόνο να τον βρει, να τη συγχωρέσει, κι αν όχι, να της χάριζε τουλάχιστον τον θάνατο. Κάποτε έφτασε σ’ έναν ναό της θεάς Δήμητρας και σκέφτηκε ότι ίσως εκεί να έβρισκε τον αγαπημένο της. Η θεά συγκινήθηκε από τις προσευχές της δύστυχης κοπέλας και τη συμβούλεψε να πάει στην Αφροδίτη να ζητήσει συγχώρεση .
Η Ψυχή ακολούθησε τη συμβουλή. Η Αφροδίτη τη δέχτηκε αλλά μιλώντάς της με περιφρόνηση της είπε πως αν θέλει να κερδίσει τον Έρωτα θα πρέπει να περάσει αρκετές δοκιμασίες. Την οδήγησε σε μια αποθήκη και τη διέταξε να ξεχωρίσει ένα τεράστιο σωρό από σπόρους μέχρι το βράδυ. Η Ψυχή άρχισε να κλαίει με απόγνωση. Τα μυρμήγκια την άκουσαν, τη λυπήθηκαν και πριν βραδιάσει, η διαταγή της Αφροδίτης είχε εκτελεστεί.
Η δεύτερη δοκιμασία δεν ήταν λιγότερο δύσκολη. Η θεά έδειξε στην Ψυχή τις όχθες ενός ποταμού όπου έβοσκαν χρυσόμαλλα πρόβατα. Ήθελε λίγο από το πολύτιμο μαλλί τους. Τα καλάμια της ψιθυρίζουν πως αφού πιουν τα πρόβατα νερό θα μπορούσε έπειτα να μαζέψει το μαλλί που θ’ απέμενε στα κλαδιά των γύρω θάμνων.
Όμως ούτε το χρυσό μαλλί ήταν αρκετό για να κατευνάσει τη μανία της Αφροδίτης. Δίνει στην Ψυχή ένα άδειο κουτί και τη διατάζει να πάει στον Άδη, στην Περσεφόνη και να της πει: «Η κυρά μου, η Αφροδίτη, σε παρακαλεί να της στείλεις λίγη από την ομορφιά σου, επειδή φροντίζοντας τον πληγωμένο γιο της έχασε ένα μέρος από τη δική της».
Απελπισμένη πια η Ψυχή κίνησε για τον κόσμο του Ερέβους. Και πάλι, μια φωνή την καθοδήγησε πώς θα βρει το δρόμο για το βασίλειο του Πλούτωνα και πώς θα περάσει με ασφάλεια από τον Κέρβερο• και τη συμβούλεψε να μην ανοίξει για κανένα λόγο το κουτί που θα της έδινε η Περσεφόνη.
Η αρχόντισσα του Κάτω Κόσμου δεν αρνήθηκε το αίτημα της Αφροδίτης, κι έτσι η Ψυχή πέρασε κι αυτήν τη δοκιμασία. Καθώς επέστρεφε όμως ξέχασε την τελευταία συμβουλή και άνοιξε το κουτί για να πάρει λίγη από την ομορφιά της θεάς ώστε να μην εμφανιστεί άσχημη μπροστά στον αγαπημένο της Έρωτα.
Το κουτί ήταν άδειο – ή τουλάχιστον η Ψυχή δεν είδε τίποτα. Αμέσως όμως πέφτει στα μισά του δρόμου, βυθισμένη σ’ έναν περίεργο ύπνο. Η Περσεφόνη είχε βάλει μέσα στο κουτί τον Ύπνο της Στυγός.
Όλον αυτόν τον καιρό, ο Έρωτας ήταν στο παλάτι της μητέρας του μέχρι να επουλωθεί πληγή του. Τη στιγμή που η Ψυχή υπέκυπτε στην περιέργειά της, εκείνος είχε πια ανακτήσει τις δυνάμεις του. Βρίσκοντας ένα παράθυρο μισάνοιχτο, πέταξε έξω για να βρει την αγαπημένη του, αφού του ήταν αδύνατο να μείνει μακριά της. Την είδε πεσμένη στο χώμα και την άγγιξε με την άκρη του αργυρού του βέλους: «Για άλλη μια φορά σε νίκησε η περιέργειά σου» της είπε• «ωστόσο, κάνε ό, τι είπε η μητέρα μου και θα φροντίσω εγώ τα υπόλοιπα».
Πράγματι, η Ψυχή παρέδωσε το κουτί στην Αφροδίτη ενώ ο Έρωτας πήγε στον Δία και ζήτησε τη μεσολάβησή του. Ο Ερμής έφερε την Ψυχή στον Όλυμπο, ενώπιον των θεών και της προσέφερε ένα ποτήρι αμβροσία, λέγοντας: «Πιες το, Ψυχή, και θα γίνεις αθάνατη• ο Έρωτας ποτέ δεν θα φύγει από σένα και οι γάμοι σας θα είναι αιώνιοι».
Έτσι μετά από λάθη και δοκιμασίες η Ψυχή ενώθηκε για πάντα με τον Έρωτα κερδίζοντας το δώρο της αθανασίας. Έζησαν για πάντα μαζί κι έκαναν μια κόρη, την Ηδονή.

(μύθος που λένε ότι κατάγεται από την πλατωνική φιλοσοφία της αρχαίας ελληνικής εποχής.θεωρείται αρχέτυπος μυθος και τον βρίσκουμε στις μυθολογίες σχεδόν όλων των λαών.)

Life is ours, we live it our way ..






NOTHING ELSE MATTERS


So close, no matter how far
Couldn't be much more from the heart
Forever trusting who we are
and nothing else matters


Never opened myself this way
Life is ours, we live it our way
All these words I don't just say
and nothing else matters


Trust I seek and I find in you
Every day for us something new
Open mind for a different view
and nothing else matters


never cared for what they do
never cared for what they know
but I know


So close, no matter how far
Couldn't be much more from the heart
Forever trusting who we are
and nothing else matters


never cared for what they do
never cared for what they know
but I know


Never opened myself this way
Life is ours, we live it our way
All these words I don't just say


Trust I seek and I find in you
Every day for us, something new
Open mind for a different view
and nothing else matters


never cared for what they say
never cared for games they play
never cared for what they do
never cared for what they know
and I know


So close, no matter how far
Couldn't be much more from the heart
Forever trusting who we are
No, nothing else matters

METALLICA

4/9/09

μ' εχεις μαγεψει
















.....με παρεα......

μ' εχει μαγεψει





...μονη της....




3/9/09

12 ΤΑ ΟΧΙ















υπαρχει μονο ενος ειδους ερωτας?ή μηπως υπαρχουν πολλα διαφορετικα ειδη ερωτα?το κοινο που εχουν, νομιζω, ειναι οτι ερχονται απο εκει που δεν το περιμενεις,αναπαντεχα....σαν αστραπη σκανε και μετα ακους και τη βροντη.ή το αντιθετο?

οχι οτι εχει και ιδιαιτερη σημασια.............









Στίχοι-Μουσική :Λουδοβίκος των Ανωγείων
Ερμηνεία: Λιζέτα Καλημέρη

2/9/09

ΦΥΣΑ....


Να μας πάρεις μακριά
να μας πας στα πέρα μέρη
φύσα θάλασσα πλατιά
φύσα αγέρι φύσα αγέρι




Απόσπασμα από την εκπομπή "Πρόβα" με τη Λιλάντα Λικιαρδοπούλου,το 1987,όπου ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου ερμηνεύει το τραγούδι "Θαλασσογραφία" του Δ.Σαββόπουλου.



1/9/09

ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΑ





Fiera είναι όνομα και σημαίνει περηφάνια, στη γλώσσα Esperanto (μίξη όλων των ευρωπαϊκών γλωσσών).

Fiera - Active Member

31/8/09

ΤΟ ΜΗΔΕΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΠΕΙΡΟ




εχω ενα θεματακι με τον χρονο ως εννοια σημερα.
αλλα εχω προσεγγισει το μηδεν θα ελεγα.
και μαλιστα με απειρους τροπους.
η ρωγμη του χρονου δεν ξερω αν κλεινει οταν ανοιξει.
αλλα δεν ειναι πολυ ομορφο να εχει μια ρωγμη ο χρονος?
σαν σημασια απο την ζωη του την φανταζομαι.
οπως οι δικες μας οι ρυτιδες.οι δικες σας δηλαδη διοτι οι πεταλουδες μονο φτερα εχουν.
αα.σημερα δεν εχω τις απειρες δυνατοτητες εκφρασης που συνηθως εχω.
εχω απειρωθει.
και για να βοηθησω τους αδαεις
πλησιαζω το μηδεν,
μηδενισα,
οχι ομως το χρονο,
διοτι μετα θα εχουμε προβλημα με το χωρο.
εκτος βεβαια και αν υπαρχει σκοπος.
αν υπαρχει σκοπος
μπορει να τελειωσει ο χρονος
αλλα τουλαχιστον αξιζε τον κοπο.
ουτε κι εγω ειμαι σιγουρη για το τι εννοω.

29/8/09

ΠΕΤΑΕΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΧΑΡΑ ΤΗΣ Η ΠΕΤΑΛΟΥΔΑ..



ΒΡΑΒΕΥΤΗΚΑΜΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕ!!!!!!
ΠΗΡΑΜΕ ΒΡΑΒΕΙΟ ΑΓΑΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ FIRESTARTER!
EYXAΡΙΣΤΟΥΜΕ!
ΚΑΙ ΑΝΤΑΠΟΔΙΔΟΥΜΕ.......

24/8/09

ΚΑΛΩΣ ΗΡΘΕΣ ΠΑΡΑΞΕΝΕ ΣΤΟΝ ΤΟΠΟ ΜΟΥ....



Καλώς ήρθες παράξενε στον τόπο μου

Βάζω λίγο σκοτάδι και λιγάκι βροχή
για να σου φτιάξω μια παράξενη αρχή
και να σε ξεμακρύνω λίγο από τη σκέψη σου
που έτσι κι αλλιώς σε συνερίζεται το κέφι σου.
Σε πάω σε δρόμο μικρό, σε σοκάκι παλιό
σ' ένα αιώνια ποτισμένο απ' το κρασί καπηλειό,
μέρος κακόφημο, ακόμα και για το στοχασμό μου
που ούτε κι ο φόβος δε με φέρνει στ' όνειρό μου.
Εδώ λοιπόν, θα μοιραστώ μια ιστορία μαζί σου
που 'ναι σα να συνέβη χθες και ορκίσου
αν σε πειράξει τόσο που ντραπείς
πουθενά να μη τη πεις.

Καλώς ήρθες, παράξενε στο τόπο μου
άραξε δίπλα να σου βάλω ένα κρασί να πιεις
συγχώρεσέ με λιγάκι για τον τρόπο μου,
μα με βρήκες στην αγκαλιά της ντροπής.
Ξέμεινα μόνος μου, πάρε και κάτσε όπου θες
κουρασμένο σε βλέπω, πρέπει καιρό να γυρίζεις,
όμως μέσα στη ζαλάδα μου και πίσω απ' τις σκιές
σα να μου φαίνεται πως κάτι μου θυμίζεις.

Γεια σου και σένα, έλειπα χρόνια ήμουνα κάπου μακριά
με φέραν πίσω δυνατές φωνές
και κάποιες τύψεις που μου είπαν πως εδώ κοντά
έχω γεννηθεί κι έχω πεθάνει δυο χιλιάδες φορές.

Ω, να τα μας, καλά είπα όταν σε είδα
πως σίγουρα παράξενα θα πρέπει να μιλάς
από άλλο κόσμο έχεις απάνω σου σφραγίδα
αυτά τα αγκάθια στο κεφάλι και τα ρούχα που φοράς.

Κάποτε κάποιοι μου το φόρεσαν για στέμμα
και με χλευάζανε μεγάλο βασιλιά
ακόμα τρέχει από τότε φρέσκο αίμα
σ' αυτά που ανέβηκαν του χρόνου τα σκαλιά.
Γι' αυτό με βλέπεις μέσα στις σκιές
σαν να φοβάμαι και να θέλω να γλιτώσω
μια προσευχή σ' ένα περβόλι με ελιές
δε με αφήσανε ποτέ να την τελειώσω.

Κι όμως μυρίζεις ουρανό και χώματα
κι αυτή την όμορφη δροσιά της σιωπής

Είναι που μ' έφεραν εδώ αλλόκοτα μαλώματα
άκου, λοιπόν, τι θα τους πεις:
Αφού φωνάζουν όλοι αυτοί
κι αφού σκοτώνουν στ' όνομα μου
πες αναβάλλεται η γιορτή
πάω να ξαπλώσω στα καρφιά μου.
Πες τους ο χρόνος πως τρελάθηκε
δε κάνει στάση Γολγοθά
πες ο παράξενος πως χάθηκε
κι έφυγε οριστικά

Μπερδεμένα μου τα λες, αλλά γουστάρω
πρέπει να σπούδασες τη τέχνη του μυαλού
ή σαν κι μένα όταν με πιάνει και σαλτάρω
και πίνω εδώ, με πιάνει αλλού.

Γι' αυτό και εγώ ήρθα εδώ και σε διάλεξα πιωμένο
για να μπορέσεις την αλήθεια να τους πεις
κάτω από το φως το μέτωπο έχεις ιδρωμένο,
μα το προσέχεις καθαρό, δε θα ντραπείς.
Οι άλλοι παίξανε μαζί μου στους αιώνες
αυτοκράτορα με χρίσανε, με κάναν στρατηγό,
τα απλά μου λόγια τα σκορπίσαν σαν κανόνες
και δεν ήξερα τίποτα εγώ.

Που με βρήκες εδώ κάτω τι με θες;
Το μυαλό μου δε σαλεύει από κούνια
σα να γεννήθηκα μου φαίνεται χτες
ενώ έξω υπάρχουν έξυπνοι μιλιούνια.

Αυτούς τους είδα, τους άκουσα, τους νιώθει το πετσί μου
προτιμώ τα καρφιά που με κρατάνε στο σταυρό
αυτοί πουλήσαν ακριβά τη γέννησή μου,
αυτοί φυλάνε το σκοτάδι θησαυρό.
Πες στους εχθρούς μου ότι είχαν λόγο καλό
και θα τους σέβομαι γιατί πιο τίμια σταθήκαν
όταν με σκοτώναν, κοιτούσαν ουρανό
κι έτσι πρόλαβαν από εκεί συγχωρεθήκαν.

Ωραίος, παράξενε φίλε μου, απόψε
για την ανημποριά μου βρήκες σκοπό
πάρε μια κούπα πάρε ψωμί και κόψε
να τελειώσω το κρασί μου και θα πάω να τους πω:
Αφού φωνάζουν όλοι αυτοί
κι αφού σκοτώνουν στ' όνομα σου
θα πω αναβάλλεται η γιορτή
πας να ξαπλώσεις στα καρφιά σου.
Θα πω ο χρόνος πως τρελάθηκε
δε κάνει στάση Γολγοθά
θα πω ο παράξενος πως χάθηκε
κι έφυγε οριστικά.



Στίχοι: Active Member
Μουσική: Active Member
Πρώτη εκτέλεση: Active Member