Όσο κρατήσει η ζωή κρατεί κι ο θάνατος.
Ώρα να σκεφτώ τα μελλούμενα
σωριασμένα αιφνίδια στο χθες.
Φοβερή ασυνέχεια: ο πλούτος μου είναι το στήθος μου.
Γι αυτό ποτέ δεν παζάρεψα το ηλιοβασίλεμα
και ταξιδεύω σίγουρος,
όσο η μίνθη ταξιδεύει και το ασπροθύμαρο.
Νίκος Καρούζος
κι η νύχτα λέει της ξαστεριάς
δεν έχω αστέρια απόψε.
Νίκος Καρούζος (ΣΤΟΝ ΙΩΑΝΝΗ – ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟ ΜΠΑΧ)
Απόσπασμα από συνέντευξη του ποιητή:
Χάρης Βλαβιανός:
-Νομίζω ότι κάθε ποιητής κουβαλά μέσα του τη δική του Ελλάδα –αυτή είναι που τον βοηθά να γράψει και σ’ αυτή απευθύνεται. Ποιά είναι η δική σου Ελλάδα;
Νίκος Καρούζος:
«Η Ελλάδα της γλώσσας. Αυτής της τρισχιλιόχρονης γλώσσας που, κατά το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό της, από άποψη λεξιλογίου, έρχεται μέσα απ’ τα βάθη του καιρού. Γι’ αυτό είμαι γλωσσικά διαχρονικός. Αυτή η γλώσσα η εκπληκτικά πλούσια, είναι μιά γλώσσα δαιμονιακή, μεγάλης μουσικότητας, αν ξέρει να χειριστεί τις δομές του λεκτισμού ο λέγων ή ο γράφων».
Χάρης Βλαβιανός:
-Άρα δεν χρησιμοποιείς την ελληνικότητα ως άλλοθι, όπως άλλοι, αλλά ως υπόδειγμα γραφής.
Νίκος Καρούζος:
«Ακριβώς. Ελάχιστες είναι οι αναγωγές μου σε πρόσωπα και σε θεωρήματα. Γιατί αυτό που μ’ ενδιαφέρει ήταν να κερδίσω αυτή την εκστατική λακωνικότητα που χαρακτηρίζει τον θησαυρό της ελληνικής γραμματείας, αρχίζοντας από τα ορφικά, περνώντας από το Βυζάντιο και την τουρκοκρατία και φτάνοντας ως τα σήμερα».
Χάρης Βλαβιανός:
-Μήπως γύρω απ’ αυτόν τον άξονα περιστρέφεται, τελικά η ποίησή σου;
Νίκος Καρούζος:
«Εγώ πρόσφερα στους Έλληνες –αν είναι επιτρεπτό να πω κάτι υπέρ εμού- μιά νέα συνείδηση της ελληνικής γλώσσας. Αυτό το έχουν καταλάβει ελάχιστοι. Θα το καταλάβουν περισσότεροι στο μέλλον, και μ’ ενδιαφέρει να το καταλάβουν οι Έλληνες της ουσίας. Δεν με νοιάζουν εμένα τα κατεστημένα. Αυτοί είναι κομπλεξικοί τύποι, αβυσσαλέοι. Δεν βρίσκεις άκρη μ’ αυτούς, όλοι τους θέλουν ψυχοφάρμακα. Μ’ ενδιαφέρει ο ουσιαστικός Έλληνας – κι αυτός, υπάρχει».
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 1990